«Άσε με να μπω στον κόσμο σου, εκεί που απλώνεται το απόλυτο σκοτάδι, για να νιώσω, έστω για μια στιγμή, πώς είναι η ζωή σου χωρίς φως, δίχως εικόνες και χρώματα».
Για όλους εμάς, τους «ακέραιους», που βλέπουμε κι ακούμε, ίσως ένα μικρό διάλειμμα, ένα τόλμημα, μια δικιά μας συνειδητή προσπάθεια, να νιώσουμε την αδυναμία του άλλου, έστω ίσως για ένα λεπτό …μας δίδασκε πολλά. Μας έκανε για πάντα πιο ανθρώπινους!
Τρομάζουμε, όταν απλώνεται το σκοτάδι. Φοβόμαστε τις σκιές. Αγανακτούμε, όταν θέλουμε να δούμε και δεν υπάρχει επαρκής φωτισμός. Μεγαλώνουμε την ένταση του ήχου, για ν’ ακούσουμε τέλεια την μουσική. Εντείνομαι την προσοχή μας, για ν’ αποτυπώσουμε το διάλογο. Τεντώνουμε τ’ αυτιά μας, γιανα μην χάσουμε τις λεπτομέρειες της αφήγησης.
Τρομάζουμε, όταν απλώνεται το σκοτάδι. Φοβόμαστε τις σκιές. Αγανακτούμε, όταν θέλουμε να δούμε και δεν υπάρχει επαρκής φωτισμός. Μεγαλώνουμε την ένταση του ήχου, για ν’ ακούσουμε τέλεια την μουσική. Εντείνομαι την προσοχή μας, για ν’ αποτυπώσουμε το διάλογο. Τεντώνουμε τ’ αυτιά μας, γιανα μην χάσουμε τις λεπτομέρειες της αφήγησης.
Κι όμως, για κάποιους όλα αυτά, είναι το αξεπέραστο εμπόδιο, ο τοίχος που τους εγκλωβίζει στην απόλαυση της ζωή τους. Ο Bocelli τραγουδά και δεν βλέπει τα μάτια μας, που δακρύζουν από την μελωδική του φωνή… Ο Beethoven, συνέθετε μουσικά όνειρα και ήταν μόνο για μας. Αυτός ζούσε στην απόλυτη κώφωσή του… Χωρίς χρώματα και ήχους, η ζωή είναι κόλαση. Βλέπεις και χαλαρώνεις με το γαλάζιο τ’ ουρανού. Μαγεύεσαι, παρατηρώντας της θάλασσας τον αφρό. Ηρεμείς, με το κελάηδημα του πουλιού και με της βροχής τους ήχους.
Διακόσια χρόνια πέρασαν από τότε… 1809. Γεννήθηκε στο Coupvray της Γαλλίας. O πατέρας του είχε ένα μαγαζάκι που έφτιαχνε λουριά για άλογα, σέλες και ελαφρύ εξοπλισμό, για να κουβαλούν οι αγρότες.
Ήταν δεν ήταν τριών χρονών ο Louis και μπήκε για να παίξει, με τα εργαλεία, που ήταν αραδιασμένα στον μπάγκο του εργαστηρίου. Δεν το πολυκατάλαβε, πώς το γαμψερό κοπίδι, καρφώθηκε στο δεξί του μάτι. Ο πατέρας του άκουσε τις φωνές κι έτρεξε έντρομος. Βρήκε το γιο του μέσα στα αίματα. Έτσι ο μικρός Braille, λαβώθηκε στα μάτια για πάντα.
Το πάθημά του, έγινε πάθος κι αγώνας του. Πάσχισε και μπόρεσε να φτιάξει μια γραφή, για να μάθουν οι τυφλοί του κόσμου, να διαβάζουν. Να νιώσουν έστω και μέσα από τις σελίδες των βιβλίων, ότι έχουν κι αυτοί δικαίωμα, να δουν τη ζωή, αγγίζοντας την, με τις «μαγικές κουκκίδες».
Ο Louis Braille, μετά απ’ εκείνο το μοιραίο περιστατικό, σταδιακά του πειράχτηκε το οπτικό νεύρο και στο ακέραιο, αριστερό του μάτι. Η προβληματική όραση, δεν τον πτόησε στη δίψα του για μάθηση. Ήταν ο καλύτερος μαθητής. Όμως κουράζονταν πολύ να διαβάσει και να γράψει, γιατί η όρασή του σταδιακά μειώνονταν. Έτσι σε ηλικία 10 χρόνων οι γονείς του, για να τον βοηθήσουν, τον έστειλαν εσώκλειστο σε Σχολή Τυφλών. Εκεί πρόκοψε. Έμαθε τεχνικές ανάγνωσης, αλλά περισσότερο τον ενθουσίασε η μουσική παιδεία. Έγινε βιρτουόζος του τσέλου και οργανίστας, που του έδωσε τη δυνατότητα να πηγαίνει τακτικά σε διάφορες εκκλησίες για να παίζει, τις θεϊκές νότες του «ave Maria». Όμως ο μεγάλος καημός του ήταν το διάβασμα. Δεν μπορούσε να κάτσει πάνω από τους αμέτρητους τόμους της βιβλιοθήκης και ν’ απολαύσει την ανάγνωση.
Κάποια μέρα, πειραματιζόμενος διάφορα κόλπα για να ξεκουράζει την ελάχιστη, καταπονημένη του όραση, άκουσε για κείνο τον περίεργο τύπο Charles Barbie. Ένα φαντάρο του γαλλικού στρατού, που κατά τη διάρκεια των ναπολεόντειων πολέμων, είχε επινοήσει μια μέθοδο συνεννόησης του στρατού, με κωδικοποιημένα μηνύματα. Ήταν 12 τελείες, ως τύπος αλφαβηταρίου, που συνέθεταν λέξεις, αναλόγως το πώς τοποθετούσες την κάθε τελεία. Κάτι τι, σαν τα κινεζικά ιδεογράμματα. Αυτό το πρωτόλειο σύστημα, χρησιμοποιούσαν οι τυφλοί, για την ανάγνωση κάποιων μικρών σημειώσεων.
Κάποια μέρα, πειραματιζόμενος διάφορα κόλπα για να ξεκουράζει την ελάχιστη, καταπονημένη του όραση, άκουσε για κείνο τον περίεργο τύπο Charles Barbie. Ένα φαντάρο του γαλλικού στρατού, που κατά τη διάρκεια των ναπολεόντειων πολέμων, είχε επινοήσει μια μέθοδο συνεννόησης του στρατού, με κωδικοποιημένα μηνύματα. Ήταν 12 τελείες, ως τύπος αλφαβηταρίου, που συνέθεταν λέξεις, αναλόγως το πώς τοποθετούσες την κάθε τελεία. Κάτι τι, σαν τα κινεζικά ιδεογράμματα. Αυτό το πρωτόλειο σύστημα, χρησιμοποιούσαν οι τυφλοί, για την ανάγνωση κάποιων μικρών σημειώσεων.
Από το 1821, ο Braille, άρχισε να επεξεργάζεται την μέθοδο αυτή. Έτσι σταδιακά την εξέλιξε στην εφαρμογή της. Εκείνο που τον βοήθησε ήταν η μουσική. Δηλαδή οι ήχοι. Κατέβασε τον κώδικα από τα 12 λακκουβάκια, στα 6, για να είναι πιο εύχρηστα στα δάχτυλα και πρόσθεσε ήχους στο κάθε σημείο. Κατόρθωσε το διαβολεμένο μυαλό του, να δημιουργήσει 63 σύνολα, που μέσα σ’ αυτά, με τις αναπροσαρμογές των κουκκίδων, μπορούσαν ν’ αναπτυχθούν: αριθμοί, γράμματα και σημάδια αναγνώρισης στοιχείων. Δηλαδή το δένδρο, η θάλασσα κλπ. Επεκτείνοντας, το πρωτοποριακό μοντέλο, του πρόσθεσε μαθηματικά και μουσικές σημειώσεις.
Η συνεχής εξέλιξη αυτή από τον Braille, τον οδήγησε στην επινόηση της λεγόμενης «ραφιγραφίας», δηλαδή στη γραφή με τα δάχτυλα. Είναι ένα όργανο, που μετατρέπει την γραφή των τυφλών σε κανονικά τυπογραφικά στοιχεία. Στην προσπάθειά του αυτή συνετέλεσε: Ένας τιμητικός μισθός, που του χορήγησε μια ενορία, στην οποία έπαιζε εκκλησιαστικό όργανο.
Και ο φίλος του Pierre Foucault, που όλα αυτά τα χρόνια των πειραματισμών, στάθηκε δίπλα του ακούραστα, τον ενθάρρυνε συνεχώς, να προσπαθεί για να φτάσει …στο ακατόρθωτο.
Να παρουσιαστεί το 1843, το πρώτο σύγγραμμα τυφλού, που διαβάστηκε από …ανοιχτομάτηδες. Από κει κι ύστερα, του άνοιξαν οι δρόμοι της αναγνώρισης. Μετατέθηκε στο Εθνικό Κέντρο Νεότητας Τυφλών. Όμως για μια ακόμη φορά, η τύχη τον πρόδωσε. Το 1850, τον χτύπησε η αρρώστια της εποχής εκείνης, η φυματίωση. Σε ηλικία 43 χρόνων το 1852, τον έθαψαν στο κοιμητήριο της γενέθλιας πόλης του.
Να παρουσιαστεί το 1843, το πρώτο σύγγραμμα τυφλού, που διαβάστηκε από …ανοιχτομάτηδες. Από κει κι ύστερα, του άνοιξαν οι δρόμοι της αναγνώρισης. Μετατέθηκε στο Εθνικό Κέντρο Νεότητας Τυφλών. Όμως για μια ακόμη φορά, η τύχη τον πρόδωσε. Το 1850, τον χτύπησε η αρρώστια της εποχής εκείνης, η φυματίωση. Σε ηλικία 43 χρόνων το 1852, τον έθαψαν στο κοιμητήριο της γενέθλιας πόλης του.
Οι Γάλλοι, χρειάστηκε να περάσουν 100 χρόνια, για να μεταφέρουν τα οστά του στο Πάνθεον των Αθανάτων στο Παρίσι. Στην πόλη του, έμειναν μόνο τα μαγικά του χέρια, αυτά που έκαναν την ανθρωπότητα, να του χρωστάει αιώνιο θαυμασμό. Γιατί αυτά που γράφω κι αυτά που διαβάζω, δεν είναι μόνο πια προνόμιο των πολλών …αλλά όλων.
Εκείνων, που θέλουν να ξεπεράσουν τους φραγμούς, που φέρνει η απομόνωση. Που έχουν μάτια και ψυχή, να πιάσουμε το μήνυμα της κοινωνικής αλληλεγγύης. Κι εδώ είναι το στίγμα της αυτοκριτικής μας.
Αν ο Braille, ήταν ο φάρος των τυφλών, ο κάθε ασυνείδητος, που εμποδίζει στο δρόμο την κυκλοφορία των ανθρώπων, που δεν έχουν τη δυνατότητα να προφυλαχτούν, να τρέξουν, να ζήσουν τη χαρά του φωτός, ας αναλογιστεί το χρέος του. Ας μετριάσει τον ανοιχτομάτικο εγωισμό του. Ας αφήσει τα βήματα των τυφλών, ν’ αγγίξουν την ευαισθησία μας.
Σήμερα 180 εκατομ. τυφλοί διαβάζουν από το «σύστημα Braille». Από το 1868, που πρωτοκυκλοφόρησε μέχρι σήμερα, έχουν τυπωθεί πάνω από 10 εκατ. βιβλία! Έγγραφα, νόμοι, διατάγματα, ψηφοδέλτια, υπολογιστές, κλπ. έχουν ενσωματώσει τη «γραφή Braille». Tώρα γίνεται προσπάθεια, να γραφούν οι ετικέτες φαρμάκων και τροφίμων.
To 2009 συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από τη γέννηση, του Louis Βraille. Τα μαρμάρινα χέρια του, που ακουμπούν στο μνήμα του, γέμισαν από λουλούδια και σημειώματα.
Ένας τυφλός από το Περού, του άφησε το μήνυμα: «Διάβηκα βουνά, πέρασα ωκεανό, για να έρθω σε ‘σένα, να σου πω. Ναι τα κατάφερα. Διάβασα μόνος μου, την πρώτη έκθεση του παιδιού μου στο σχολείο. Μου την έκανε δώρο η γυναίκα μου. (Tη μετέτρεψε σε γραφή «Braille»). Ευχαριστώ»!
Μιχάλης ΜιχελήςΈνας τυφλός από το Περού, του άφησε το μήνυμα: «Διάβηκα βουνά, πέρασα ωκεανό, για να έρθω σε ‘σένα, να σου πω. Ναι τα κατάφερα. Διάβασα μόνος μου, την πρώτη έκθεση του παιδιού μου στο σχολείο. Μου την έκανε δώρο η γυναίκα μου. (Tη μετέτρεψε σε γραφή «Braille»). Ευχαριστώ»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου